Σύνδεση

Η ομιλία του Διευθυντή του σχολείου μας για την 25η Μαρτίου

Διαβάστε το πλήρες κείμενο της ομιλίας του κ. Νικολάου Φούντα, Διευθυντή του 1ου Δημοτικού Σχολείου Ναυαπάκτου, όπως αυτή εκφωνήθηκε στον εορτασμό της 25ης Μαρτίου.

25η Μαρτίου 1821 -2019

Σβήνουν δυο νύχτες και δυο αυγές προβάλλουν στον αγέρα.

Δυο λευτεριές που σμίγουνε μέσα στην ίδια μέρα.

Δυο λευτεριές ματόβρεχτες, παιδιά μεγάλου κόπου,

η λευτεριά του Έλληνα κι η λευτεριά του ανθρώπου»  

 Σεβασμιώτατε, Κύριε Δήμαρχε,  κύριοι βουλευτές, κύριε Εκπρόσωπε της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας, κυρίες και κύριοι, αγαπητοί μου μαθητές

Αυτές τις δύο λευτεριές που τόσο όμορφα παρουσιάζει ο Κωστής Παλαμάς ήρθαμε σ’ αυτή την πλατεία να τιμήσουμε σήμερα για μια ακόμα φορά.

Πρώτα τη λευτεριά του ανθρώπου από τα δεσμά του προπατορικού αμαρτήματος και την υλοποίηση της υπόσχεσης του Δημιουργού πως θα έρθει ο γιος του να φέρει τη λύτρωση.

 Αφήνεται επιτέλους ο άνθρωπος ελεύθερος να ακολουθήσει το δύσκολο δρόμο της θέωσης και της ομοίωσης με το δημιουργό του. Το μήνυμα της ενανθρώπισης του Θεού είναι το θαύμα που δίνει ελπίδα στον άνθρωπο για την κατάκτηση της σωτηρίας της ψυχής του.

Ταυτόχρονα όμως, την ίδια μέρα, γιορτάζουμε τη δεύτερη λευτεριά, τη λευτεριά που τόσο πολύ την είχαν ανάγκη  και την είχαν στερηθεί οι κάτοικοι αυτής της χώρας. 

 

Θα μου επιτρέψετε σ’ αυτή τη σύντομη ομιλία μου να μην ασχοληθώ με γεγονότα της επανάστασης, αλλά να σταθώ στη μεγάλη πληγή που ταλανίζει τη φυλή μας και δεν είναι άλλη από τη διχόνοια η οποία έχει αρχέγονες ρίζες και ήταν η αιτία του προπατορικού αμαρτήματος που οδήγησε στην ενανθρώπιση του Θεού που γιορτάζουμε σήμερα.

 Τη διχόνοια που κατάφερε να ενσπείρει ο διάβολος στη σχέση του Θεού με τον άνθρωπο, με αποτέλεσμα την απομάκρυνσή του από τον Παράδεισο. Η συγχώρεση του παραπτώματος είναι  η ευκαιρία που έδωσε και δίνει ο Θεός στο δημιούργημα του. Με την ενανθρώπιση του και τη σταυρική του θυσία μετουσιώνεται σε πράξη η αγάπη του για μας.

 Η διχόνοια ήταν και είναι  η αιτία για όλα τα δεινά που βίωσε και βιώνει η φυλή μας.

Εδώ και 197 χρόνια γιορτάζουμε το μεγαλύτερο γεγονός στην ιστορία του έθνους μας. Την απελευθέρωσή μας από τον τούρκικο ζυγό. Συγκεντρωνόμαστε σε εκκλησιές και σε πλατείες, εκφωνούμε βαρύγδουπους πανηγυρικούς, διθυραμβικές κορώνες με φανταχτερά επίθετα, εξυμνούμε τα κατορθώματα των προγόνων μας και ήσυχοι πια, θεωρώντας πως έχουμε κάνει το χρέος μας, αποχωρούμε  για να απολαύσουμε τα καλά της ελεύθερης ζωής, χωρίς το φόβο του κατακτητή και να επιδοθούμε στο άθλημα που τόσο καλά έχουμε μάθει τα τελευταία δύο χιλιάδες χρόνια. Το πώς θα ξεγελάσουμε την πολιτεία. Πως θα αναρριχηθούμε χωρίς να το αξίζουμε σε βάρος του διπλανού μας που ναι μεν έχει ικανότητες αλλά δεν έχει τις κατάλληλες γνωριμίες. Πως θα δημιουργήσουμε τέτοιες συμμαχίες που θα καταφέρουμε να εξασφαλίσουμε μια άνετη ζωή για πάρτη μας, χωρίς να μας καίγεται καρφάκι για το διπλανό μας.

 Και αντί όλοι μαζί μονοιασμένοι να εργαζόμαστε για την ευημερία όλων με γνώμονα το κοινό καλό, το εμείς του Μακρυγιάννη, εξαντλούμε την ενεργητικότητά μας στα πάθη και τις διχόνοιες, χωρίς στο ελάχιστο να μας γίνονται μαθήματα τα παθήματα της φυλής μας.

Οι Πέρσες, οι Ρωμαίοι, οι Σλάβοι, και πολύ αργότερα οι Τούρκοι έβλεπαν με ζήλια αυτόν τον υπέροχο τόπο και έκαναν τα αδύνατα δυνατά  για να τον κατακτήσουν.

Και όταν οι κάτοικοι αυτού του τόπου ήταν μονοιασμένοι, είχαν άξιους και ανιδιοτελείς ηγέτες – τόσο θρησκευτικούς, όσο και πολιτικούς - κατάφερναν και πετύχαιναν πολύ σημαντικές νίκες και  έγραφαν χρυσές σελίδες στην ιστορία τους. Οι αγώνες υπέρ Βωμών και εστιών ήταν πετυχημένοι και κέρδιζαν το σεβασμό και την αναγνώριση εχθρών και φίλων.

Όταν όμως έμπαινε ανάμεσά τους το σαράκι της διχόνοιας, των προσωπικών φιλοδοξιών, των μικροπολιτικών σκοπιμοτήτων, της αντιδημοκρατικής συμπεριφοράς,  τότε πολλές συμφορές έβρισκαν τον ελληνικό λαό.Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης στην ομιλία του σε μαθητές στην Πνύκα το 1838 θα πει:

«Οι παλαιοί Έλληνες, οι πρόγονοί μας, έπεσαν εις την διχόνοια και ετρώγονταν μεταξύ τους, και έτσι έλαβαν καιρό πρώτα οι Ρωμαίοι, έπειτα άλλοι βάρβαροι και τους υπόταξαν. Ύστερα ήλθαν οι Μουσουλμάνοι και έκαμαν ό,τι ημπορούσαν, δια να αλλάξη ο λαός την πίστιν του. Έκοψαν γλώσσες εις πολλούς ανθρώπους, αλλ' εστάθη αδύνατο να το κατορθώσουν. Τον ένα έκοπταν, ο άλλος το σταυρό του έκαμε». Κι ο εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολωμός θα πεί:

«Η διχόνοια που βαστάει  ένα σκήπτρο η δολερή καθενός χαμογελάει, πάρ’ το, λέγοντας, και συ.

  Κειο το σκήπτρο που σας δείχνει έχει αλήθεια ωραία θωριά Μην το πιάστε, γιατί ρίχνει εισέ δάκρυα θλιβερά

Από στόμα οπού φθονάει, παλληκάρια, ας μην ‘πωθή, πως το χέρι σας κτυπάει του αδελφού την κεφαλή».

Θα συνεχίσει ο Κολοκοτρώνης: «Όταν αποφασίσαμε να κάμωμε την Επανάσταση, δεν εσυλλογισθήκαμε ούτε πόσοι είμεθα ούτε πως δεν έχομε άρματα ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις» και πιο κάτω…. «Εις τον πρώτο χρόνο της Επαναστάσεως είχαμε μεγάλη ομόνοια και όλοι ετρέχαμε σύμφωνοι. Ο ένας επήγεν εις τον πόλεμο, ο αδελφός του έφερνε ξύλα, η γυναίκα του εζύμωνε, το παιδί του εκουβαλούσε ψωμί και μπαρουτόβολα εις το στρατόπεδον και εάν αυτή η ομόνοια εβαστούσε ακόμη δύο χρόνους, ηθέλαμε κυριεύσει και την Θεσσαλία και την Μακεδονία, και ίσως εφθάναμε και έως την Κωνσταντινούπολη».

Όμως αυτό δε βάσταξε για πολύ, το σαράκι της διχόνοιας που αιώνες κατατρώει τις σάρκες αυτού του λαού, ήταν εκεί και άλλοτε κρυφά και άλλοτε φανερά φρόντιζε να γκρεμίζει ότι με αίμα χτιζόταν και κατακτιόταν.

Έτσι θα μας το πει ο κολοκοτρώνης: «Από τότε ήρχισεν η διχόνοια και εχάθη η πρώτη προθυμία και ομόνοια. Και όταν έλεγες τον Κώστα να δώσει χρήματα διά τας ανάγκας του έθνους ή να υπάγει εις τον πόλεμο, τούτος επρόβαλλε τον Γιάννη». 

Φοβάται Ο Σολωμός τον αντίκτυπο της φαγωμάρας στην Ευρώπη και γράφει:

«Μην ειπούν στο στοχασμό τους τα ξένα έθνη αληθινά: Εάν μισούνται ανάμεσό τους δεν τους πρέπει ελευθεριά».

Θύματα  της διχόνοιας πολλά παλικάρια που έχασαν τη ζωή τους από το βόλι κάποιου συμπολεμιστή. Με πιο βροντερές περιπτώσεις, του Ανδρούτσου που τον έριξαν από την Ακρόπολη και τον Καραϊσκάκη,  που  το πιο πιθανό, χτυπήθηκε πισώπλατα την ώρα που όρμαγε στη μάχη. Και βέβαια το αποκορύφωμα της διχόνοιας ήταν η δολοφονία το πρώτου κυβερνήτη της ελεύθερης Ελλάδας του Ιωάννη Καποδίστρια, του ανθρώπου, που έβαλε τις βάσεις στην οικοδόμηση του Ελβετικού κράτους. Το σύνταγμα που εμπνεύσθηκε το υιοθέτησε η Ελβετία και πρόκοψε όπως όλος ο κόσμος γνωρίζει. Στο τέλος της αποστολής του, τον Σεπτέμβριο του 1814, γράφει στον πατέρα του τα εξής:

«Τα ζητήματα της Ελβετίας ολοκληρώθηκαν. Η Βουλή επικύρωσε τελικά το ομοσπονδιακό Σύνταγμα […]. Ολοκληρώθηκε μια εξαιρετικά πολύπλοκη διαπραγμάτευση, με ατέλειωτες δυσκολίες και ταξίδια και γραπτά και δοκιμασίες και συντάγματα και σχέδια – αλλά δεν πειράζει. Αυτοί οι υπέροχοι άνθρωποι με γέμισαν με στοργή και ειλικρινή εγκαρδιότητα. Η εμπιστοσύνη που μου έδειξαν με αποζημίωσε σε μεγάλο βαθμό για όλες μου τις προσπάθειες. Αν, στο μέλλον, θέλουν να είναι ευτυχισμένοι και να χαίρονται την ανεξαρτησία τους, εκτιμώ ότι δεν θα έχω χάσει ούτε το χρόνο, ούτε τον κόπο μου».

Και αντί να μείνει στην Ευρώπη και να δρέψει τους καρπούς των κόπων του έρχεται στην Ελλάδα να προσφέρει τις υπηρεσίες χωρίς οποιαδήποτε αμοιβή. Λέγοντας χαρακτηριστικά:

« Εφ´ όσον τα ιδιαίτερα εισοδήματά μου αρκούν διά να ζήσω, αρνούμαι να εγγίσω μέχρι και του οβολού τα δημόσια χρήματα, ενώ ευρισκόμεθα εις το μέσον ερειπίων και ανθρώπων βυθισμένων εις εσχάτην πενίαν».

Επισκεπτόμενος δε το θησαυροφυλάκιο του Κράτους στην Αίγινα, βρήκε εκεί μόνο ένα νόμισμα και εκείνο κάλπικο.

Το αποτέλεσμα βέβαια των προσπαθειών του είχε άδοξο τέλος, αφού δολοφονείται στο Ναύπλιο από τους Μαυρομιχαλαίους ή από συνομωσία των Άγγλων

Και όταν το 2009 εμείς ως χώρα μπαίναμε για μια ακόμα φορά σε καθεστώς επιτήρησης και χρεωκοπίας, η Ελβετία και η Ρωσία, τιμούσαν σε ανώτατο επίπεδο στη Λωζάνη κάνοντας τα αποκαλυπτήρια της προτομής του με την επιγραφή :

«Ως ένδειξη τιμής στον πρώτο Επίτιμο Δημότη της πόλης».

Ο Γιάννης Μακρυγιάννης θα γράψει με μεγάλη πίκρα λίγο αργότερα:

«Θεέ, συχώρεσε τους παντίδους, που θέλουν να μας πάρουν τον αγέρα που αναπνέομεν και την τιμήν που με ντουφέκι και γιαταγάνι πήραμε. Εμείς το χρέος, το κατά δύναμιν, επράξαμεν. Και αυτοί βγήκαν σήμερον να προκόψουν την Πατρίδα. Μας γέμισαν φατρία και διχόνοιαν. Και την Πατρίδα δεν την θέλουν Μητέρα κοινή. Αμορόζα εις τα κρεβάτια τους την θέλουν. Γι’ αυτό περνούν και ρεθίζουν τον κόσμον με τέχνες και καμώματα.

Και καζαντίσαν αυτοί πουγγιά και αγαθά και αφήκαν τους αγωνιστές, τις χήρες και τα ορφανά εις την άκρην. Αυτοί είναι οι ανθρώπινοι λύκοι, που φέραν δυστυχήματα και κίντυνον εις τον τόπον. Ας όψονται.»

Για λύκους μιλάει και ο Ρήγας Φεραίος και δεν εννοεί τους Τούρκους :

«Να σφάξουμε τους λύκους, που στον ζυγόν βαστούν, 
και Χριστιανούς και Τούρκους, σκληρά τους τυραννούν.
Στεργιάς και του πελάγου, να λάμψει ο σταυρός, 
και στην δικαιοσύνην, να σκύψει ο εχθρό».

Και Βέβαια  παραδίπλα και τότε καραδοκούσαν οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής, σαν τις ύαινες που παραμονεύουν και περιμένουν την ευκαιρία να κλέψουν τη λεία του λιονταριού, να υποθάλπουν και να σπέρνουν τη διχόνοια, ρίχνοντας λάδι στη φωτιά,  εκμαυλίζοντας συνειδήσεις,  τάζοντας αξιώματα, βγάζοντας από τη μέση όποιον τους ήταν εμπόδιο.

Χρησιμοποιώντας τον προσφιλή τους τρόπο και τη δοκιμασμένη μέθοδο: «ΤΑ ΔΑΝΕΙΚΑ», πληγή που αιμορραγεί και επιμολύνεται τους δύο αιώνες της ελεύθερης ύπαρξής μας. Δανεικά που δεν χρησιμοποιούνται για την ανάπτυξη και την πρόοδο της χώρας, αλλά κατασπαταλώνται από τους επιτήδειους και καλείται στη συνέχεια ο φτωχός λαός  να τα ξεπληρώσει, στερούμενος και τα αναγκαία για την επιβίωσή του.

Θα κλείσω δανειζόμενος ξανά το λόγια του Κολοκοτρώνη:

« Σας είπα όσα ο ίδιος είδα, ήκουσα και εγνώρισα, δια να ωφεληθήτε από τα απερασμένα και από τα κακά αποτελέσματα της διχονοίας, την οποίαν να αποστρέφεσθε, και να έχετε ομόνοια….

Εις εσάς μένει να ισάσετε και να στολίσετε τον τόπο, οπού ημείς ελευθερώσαμε· και, δια να γίνη τούτο, πρέπει να έχετε ως θεμέλια της πολιτείας την ομόνοια, την θρησκεία και τη φρόνιμη ελευθερία».

 Θα προσέθετα: ΜΗΝ ΚΑΝΕΤΕ ΤΑ ΙΔΙΑ ΛΑΘΗ

Ο Ανδρέας Κάλβος μας είπε πριν από 190 χρόνια πως:

Θέλει αρετή και τόλμη η Ελευθερία, ας μου επιτραπεί, μέρα που είναι να το αλλάξω λίγο και να  πω:

 ΘΕΛΟΥΝ ΑΡΕΤΗ ΚΑΙ ΤΟΛΜΗ: Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, Η ΟΜΟΝΟΙΑ ΚΑΙ Η ΠΙΣΤΗ ΣΤΟ ΘΕΟ.

Φούντας  Νίκος,  Δ/ντής 1ου Δημ. Σχ. Ναυπάκτου

 

 

Joomla Templates: by JoomlaShack